Η θυσία του Κέϊσι
ΣΤΡΑΤΟΛόΓΟς
Αρχοντά μου αχ! Απόκαμα και ανάσα δεν πήρα να φθάσω ως εδώ!
Όχι απ’ το τρέξιμο. Ούτε φτερά στους ώμους έβαλα! Όχι
Σταματούσα στο δρόμο και στριφογύριζα
Να έρθω να μην έρθω έλεγα
Η ψυχή μου με παίδευε
Που πας κακόμοιρε έλεγε, θα πληρώσεις αν πας
Δεν πας ταλαίπωρε;
Κι αν το μάθει από άλλον ο Μπούς
Και τι δεν θα πάθεις κακομοίρη μου !
Τέτοια γυρνούσαν στο νου μου και αργούσα
Και τόσο δα δρόμος ο δισταγμός μου τον μεγάλωνε.
Στο τέλος όμως με κέρδισε η πίστη στο χρήμα και σε σένα!
Και θα το πω ό,τι είναι και ας μην είναι τίποτα
Ήρθα με την ελπίδα πως ό,τι πάθω τη μοίρας μου γραπτό θα είναι
ΜΠΟύς
Τι έγινε στρατο-λόγε και κάνεις έτσι τι σε τρόμαξε;
ΣΤΡΑΤΟ-ΛΟΓΟΣ
Πρώτα πρώτα θέλω να εξηγηθώ Δεν φταίω γώ γιαυτό.
Εγώ όσο καλύτερα μπορούσα τη δουλειά μου έκανα.
Λαχταριστά κορμιά διάλεξα εκεί κάτω για να πάνε.
Ν’ αντέξουνε στη φωτιά τη ξεραΐλα τα βάσανα και την απονιά.
Πλουσιοπάροχα τ’ ανταλλάγματα που δωσες σε σπουδές παροχές και χρήμα
Όλα τα’ έχω σπείρει!
Αλλά τούτο δώ δεν βλέπω πως να το αποφύγω
Της μοίρας φαίνεται είναι μετρητό
Ίσως και να κρύβεται και κάποιο άδικο από πίσω!
ΜΠΟύς
Στο στόχο σου εσύ και ολόγυρα σε προστατεύω
Φως φανάρι. Δυσάρεστο κάτι κρύβεις!
ΣΤΡΑΤΟ-ΛΟΓΟΣ
Γιαυτό διστάζω
ΜΠΟύς
Πέστο και φύγε
ΣΤΡΑΤΟ-ΛΟΓΟΣ
Το λέω. Ο πόλεμος κεί κάτω συνεχίζεται
Η γή ακόμα διψάει για αίμα παλικαριών
Σιδερένια πουλιά φορτωμένα με τα όπλα «των φόνων» πηγαινοέρχονται ασταμάτητα
Μαύρος καπνός τα μοιρολόγια που βγαίνουν τα φουγάρα των σπιτιών
Οι χήρες κατάρες φορτώνουν τα φορτηγά
Η οργή φουσκώνει τον Ευφράτη επικίνδυνα
Οι σύμμαχοί μας τρέχουν από δω και από κει να μας υπερασπίσουν όπως όπως αλλά πείθουν όλο και λιγότερο
Οι θεοί διαμαρτύρονται ό,τι πολύ τα τραβήξαμε
Οι φίλοι μας λιγοστεύουν
Το Gold Star families for peace απλώνεται
Τα e-mail έχουν πάρει φωτιά η λογοκρισία δεν μπορεί πλέον να τα σταματήσει
Το Λάρι Κίνγκ δεν έχει επιχειρήματα να μας υπερασπίσει
Ο αντίπαλος μας κοστίζει! Από εξαγωγέας μαύρου χρυσού έγινε εισαγωγέας!
Ο Τειρεσίας το είπε ξεκάθαρα:
Αν πάνω στη γη άσπρος σίφουνας κατέβει ξεπεράσατε τα όρια Σταματάτε
Αν πάνω από τη γη μαύρος καπνός αρχίσει να μαζεύεται Σταματάτε
Ο Δίας σπατάλη άσκοπη μισάει και τιμωράει
……………………………………………………………………
Αρχοντά μου! Οι μετρητές άκοπα δουλεύουν μέρα νύχτα.
Φτάσανε στο 2 χιλιάδες!
Αλίμονο τόσα είναι και τα παλικάρια μας που χάθηκαν μέχρι σήμερα εκεί κάτω !
Σημαδιακός αριθμός που άν θυμάσαι πριν από πέντε χρόνια τον γιορτάσαμε για το καλό!
Ελπίδα και πετρέλαιο να είναι γεμάτος!
Μα τον Δία η ακρίβεια δραπανηφόρο άρμα στη χώρα μας και πολλές πόλεις ανοχείρωτες είναι
ΜΠΟύς
Στρατολόγε μη μασάς τα λόγια σου και μην μακρηγορείς.
Δεν σ’ εχω για μαντατοφόρο δεινών ούτε κριτή των έργων μου
Σε πληρώνω για υποσχέσεις να μοιράζεις με το τσουβάλι στους υποτακτικούς μου μόνο!
Πέστο καθαρά τί συμβαίνει; μόνο έτσι θα γλιτώσεις το κεφάλι σου!
ΧΟΡΟΣ
Στρατο-λόγε στρατο-λόγε
Ηρθε η ώρα την ΑΛΗΘΕΙΑ να πεις
Και μα το Δία δεν έχεις τίποτα να φοβηθείς Δεν θα χάσεις την δουλειά σου
Ο άρχοντας κάτι θα σοφιστεί και δουλειά θα βρεί να σου δώσει
Ακου όμως τούτος ο πόλεμος δεν είναι σαν τους άλλους
Η ενδεκάτη Σεπτεμβρίου μαύρη μέρα για το έθνος σήμανε
Οι εχθροί μας έστειλαν 3 χιλιάδες ψυχές πριν την ώρα τους στον Άδη
Και έσπειραν για πάντα το τρόμο στην καρδιά μας!
Σε κάθε σπίτι φούντωσε ο φόβος της καταστροφής του ανθρώπου από άνθρωπο
Αλίμονο έλιωσαν τα σίδερα από το καυτό αίμα
Και οι κραυγή των αδικοχαμένων ταξίδεψε από δορυφόρο σε δορυφόρο
Και έφτασε αμέσως στα πέρατα του κόσμου
Τέτοιο χτύπημα μόνο ο α-χαλίνωτος Τρόμος θα μπορούσε να φέρει!
Κάτι συμβαίνει
Η θεά της ελευθερίας στην άκρη του πόντου έμεινε βουβή
Τα σημάδια βαθιά στον ορίζοντα για πρώτη φορά τα είδε θολά
Ταλαντώθηκε τότε με την δάδα στο χέρι
Και προσπάθησε να αντιχτυπήσει τα μυτερά πουλιά
Που βγήπαν παγανιά μέσα από τα σύννεφα
Πέρασαν πάνω από κεφάλι της και όρμησαν σαν γύπες
Να κατασπαράξουν το κοπάδι που έβοσκε αμέριμνο στη μυτερούπολη
Η θυσία – φοβάμαι – ήταν προ-συζητημένη από τους θεούς
Μια τέτοια αποκοτιά δεν θα την τολμούσε από μόνος του ο Αρης!
Τα όπλα μας και ο εγωισμός μας πληγώθηκαν αγιάτρευτα
………………………………………………………………………………..
Συναγερμός εσήμανε σ’ όλες τις πύλες του έθνους
Ήμαστε τελικά ανοχύρωτοι;
Ήτανε οι θεοί που χτύπησαν ή ο Δράκος;
Θέλουνε και άλλες θυσίες οι θεοί;
Ο Δράκος τι θα κάνει;
Σε τι φταίξαμε; τι κάναμε;
Φταίει ο Αρχηγός
Οι πολεμο-λόγοι μας τι κάνουνε;
Ποια θα είναι η επόμενη μέρα;
Θ’ αλλάξει η ζωή μας;
Και η Νίκη η τρι-πόθητη τι θέση παίρνει;
Και η Ελευθερία πως νιώθει; προδομένη ή δικαιωμένη;
………………………………………………………………………………..
Στους ναούς της πίστης πολίτες ανάφτε κεριά
Με ολονύχτιες προσευχές απ’ τους θεούς δεήστε
Στων ανθρώπων τα κεφάλια να βάλουνε μυαλά
………………………………………………………………………………..
Να όμως ο Άρχοντας ο Μπούσοντας του Γιώργη ο γιος ο τζιούνιορ
Ο νέος βασιλιάς μας που εις την κεφαλήν του φέρει των θεών τας εντολάς
Και την τύχη μας εις την άκρη του δόρατός του!
Τι θα διατάξει; Τι έχει στο νου του;
Βλέπουμε τους πόλεμο-λόγους σκυφτούς να πλησιάζουν
Άραγε θα μάθουμε;
ΜΠΟύς
Ανδρες Αμερικανέοι
Στο χείλος την έφεραν οι θεοί την πόλιν μας Θάλεγα και το έθνος μας
Αλλά αυτή κρατάει ακόμη γιατί αυτοί το θέλουν
Και εγώ σας κάλεσα μήνυμα έστειλα ξεχωριστά σ’ έναν έναν
Που έμπιστοι του 5ντα-γώνου ανέκαθεν το ξέρω
Χρήστος Ρουμελιώτης
Aθήνα 4/11/2005