Παραμύθι Μελισσίου
ΤΟ ΒΑΤΡΑΧάΚι Της ΛίΜΝΗς
ΜΕ Τις ΡΟΔΙές Και Το ΜΕΛίΣΣι ........
ΜΕ ΤΙΣ ΛΕΜΟΝΙές και Τα ΣΚΟΥΛΑΡίΚΙα
ΜΕ ΤΗ ΝΕΡΑΤΖΙά Και Τα όΝΕΙΡα ..........
Ήταν ένα λουλουδάκι που έμοιαζε με χωνάκι !
Η καλλίτερα με παλιό γραμμοφωνάκι !
Κι είχε ένα πολύ όμορφο μωβ χρωματάκι !
Σαν να ήθελε να πει ένα τραγουδάκι !
Είχε γύρω γύρω ίδια λουλουδάκια, ίσως αδελφάκια !
Όλα κει ήταν σκαρφαλωμένα !
Σ' έναν όχτο, σε μια μάντρα απλωμένα !
Είχε κι άλλα κάμποσα μέσα σε μια γράνα σπαρμένα !
Και άλλα μέσα σε μια λεμονιά σκαρφαλωμένα !
Ήταν όλα μαζί με φυλλαράκια αγκαλιασμένα και
Παρέα κάνανε σε μια ξεχασμένη λιμνούλα !
Από τους ανθρώπους και τη πούλια !
Βατραχάκια δεν ακούγονταν και τα άλλοτε πράσινα πλούσια νερά ήσαν τώρα ρουφηγμένα, και τα μούσκλια αραιωμένα ! Που άραγε τα βατραχάκια να ήσαν τώρα κρυμμένα ; Αλλά όχι ψέματα, ψέματα είχανε αφήσει ένα φύλακα ο οποίος ήταν κάπου κει άγρυπνος και αμίλητος ! Λουλουδάκι πως σε λένε; ρώτησε το κοριτσάκι. Ρολογάκι της απάντησε αυτό. Και τί ρόλο παίζεις εσύ εδώ; Είσαι φυτεμένο ή στη τύχη φυτρωμένο; Κοριτσάκι άκου να σου πω το κήπο αυτό πολύ τον αγαπώ και ζω πολλά χρόνια εδώ ! Γιαυτό την ιστορία του θα σου διηγηθώ !
Κάποτε αυτός ο κήπος ήταν γεμάααααααατος από ζωή.
Ο παππούς η γιαγιά και η Ζωή κατέβαιναν βράδυ πρωί
Πότιζαν με της λιμνούλας τα νερά τα ζαρζαβατικά
Και περίσσευε και μπόλικο νεράκι για τη γειτονιά !
Και όλα τα δένδρα ένιωθαν μια μεγάαααάλη χαρά !
Σαν έβλεπαν μπόι να παίρνουν και καρπούς
να δίνουν με τον ...κουβά !
Οι λεμονιές ήσαν πολύ χαρούμενες. Καταπράσσινες και φορτωμένες με χρυσοκίτρινα σκουλαρίκια. Σαν κυρίες που ετοιμάζονται να βγουν το βράδυ στο χορό. Η μια κάμωνε πως ήταν πιό όμορφη από την άλλη! Και πάσχιζε να ευχαριστήσει με τους καλλίτερους καρπούς το αφεντικό της τον μπάρμπάγγελο ! Άγγελο είπες; Α τι ωραίο όνομα ! Που το βρήκε ; Μα φυσικά ο θεός του το έδωσε γιατί σαν άνθρωπο τον συμπάθησε. Και μίλησε μαζί του και συμφώνησε να τον ονομάσει ά γ γ ε λ ο. Φαίνεται ότι ήταν πολύ αγαπητός στα παιδιά. Απ' ότι ξέρω τα έκανε βόλτα με το γαϊδουράκι και τους έδινε και ένα πενηνταράκι να πάρουνε σοκολάτα ! Και αυτά πολύ πολύ τον αγαπούσαν !
Οι πορτοκαλιές ήσανε τέσσερες. Μια από αυτές ήταν πολύ κοκέτα πολύφερνη και οφαλοφόρα. Πραγματική γυναίκα περήφανη για τα γλυκούλια της που ήσαν φωλιασμένα στο βάθος κάθε πορτοκαλιού της ! Αχ τι πορτοκάλια ήσαν αυτά ! Άνοιγαν την καρδιά τους και ένα υπέροχο ηφαίστειο από άρωμα ξεπηδούσε από μέσα τους και έφτανε στα ρουθούνια μου ! Τα είχε όλα σκεπασμένα με ωραία πράσινα λέπια άτακτα ριγμένα στα πλευρά της. Τα πορτοκάλια της φάνταζαν μέσα από το φύλλωμα σαν άνθρωποι που κοιτάνε μέσα απ' το παράθυρο έξω του χειμώνα τη βροχή και συνομιλούν με τις σταγόνες, όταν αυτές έρχονται και κάθονται στη μυτούλα τους με τα πρωτοβρόχια ! Εδώ που τα λέμε η κυρά είχε κερδίσει την συμπάθεια όλων όσων την είχαν δει και προ παντός όσων είχαν δοκιμάσει τα μεστά εφτά-γλυκα πορτοκαλάκια της ! Για να μην γίνει καμιά παρεξήγηση για τις άλλες τρεις πορτοκαλιές θα σου μιλήσω μια άλλη φορά !
Δίπλα της είχε μια νερατζούλα πάντα στην εποχή της καλά φορτωμένη μην τυχών και λείψουνε τα νεράντζια της από τη γιαγιά τη Χαρίκλεια και δεν μπορέσει να φτιάξει γλυκό ! Καμάρι το είχε γλύκαινε όλη τη γειτονιά τη κυρά Ντίνα και τη κυρά Γιωργία τις γειτόνισσες αλλά και τους επισκέπτες από την Αθήνα ! Α ! λουλουδάκι ! Χαρίκλεια. Αυτό το όνομα πολύ μου αρέσει ! Γιατί ο καλός θεούλης δεν τόδωσε σε μένα ; Ακου κοριτσάκι. Αυτό το όνομα το είχε η αρχόντισσα του κήπου η κυρά Χαρίκλεια και το έκανε δώρο στη μαμά. Το δικό σου άλλωστε δεν πάει πίσω. Ω τι ωραία που ακούγεται «Ευ-αγγελία» ! Ό,τι πιο χαρμόσυνο αγγέλλεται από τους αγγέλους και τα λουλούδια που σε γνωρίζουν ! Τώρα άκου ένα τραγουδάκι για τη νεραντζούλα !
Νεραντζούλα φουντωτή στης κυρά+Χαρίκλειας την αυλή
Τα κόκκινα σου ολόδροσα νεράντζια μας αρέσουνε πολύ
Σαν η γιαγιά μας η καλή τα κρεμάει από τη κλωστή
Και τα φτιάχνει γλυκουλάκι στη κατσαρόλα το βραδάκι !
Γλυκό νεραντζάκι ή στριφτό φετάκι. να φας να μουρλαθείς !
Από τα χεράκια της κυρά-πολύ πολύ καλής !
Και αν κάποτε από το Μελίσσι απομακρυνθείς
Μην ξεχάσεις τη νεραντζούλα νάρθεις - τι κάνει - να δεις !
«Αχ κοριτσάκι, του κήπου σου, μέκανε ο θεούλης ένα ρολογάκι !
Πρωί πρωί ξυπνώ και ανοίγω το παράθυρό μου το στρογγυλό !
Περιμένω νάβγει ο ήλιος ο σφαιρικός και αχτίνες να μου στείλει !
Και γλύκα να μου βάλει στα χείλη, και στο μίσχο μου να σπείρει
Άρωμα από την Ανατολή δώρο ίσως από ένα καλό ... Βεζύρη !
Και καθήκον πρώτο έχω πριν τις οχτώ πρώτα εσέ να ξυπνήσω !
Και πριν καλά καλά για το σχολειό ετοιμαστείς, να σε αρωματίσω !
Αχ πόσο θέλω οι άνθρωποι να μ' αγαπάνε και φιλικά να με κοιτάνε !
Πριν τις εννιά έχει σηκωθεί ο ήλιος αρκετά !
Τα πέταλά μου τα μωβιά έχουνε ανοίξει για καλά!
Καιρός τώρα είναι και με τη Ζωή ν' ασχοληθώ
Και να της εκμυστηρευτώ πως και κείνη πολύ την αγαπώ !
Μ' ένα φυλλαράκι μου τριπλό, πετάγομαι και τη φιλώ !
Και σαν νιώθει στο βελούδο της λαιμό φιλί από 3φύλλο χνουδωτό
Βλέπει και κανα όνειρο στο λεπτό, πολύ πολύ φανταστικό» :
Τα όνειρα... που έμπαιναν στο καλάθι !
Ήτανε λέει ένα κοριτσάκι που όταν μεγάλωσε αρκετά και καταλάβαινε έκανε βόλτα και πέρα απ' τα σύνορα του χωριού. Στο ποτάμι. Εκεί στην άκρη της κοίτης του κατοικούσε η κυρα - Βαγγελιώ μια τσιγγάνα. Η τσιγγάνα μόλις είδε το κορίτσι τη συμπάθησε και της είπε. «Άκου κοπέλα μου είσαι νέα κι όμορφη. Έχεις όνειρα; Τη ρώτησε. Όχι. απάντησε το κορίτσι δεν ξέρω καλά καλά πως είναι αυτά. Καλά. μην στενοχωριέσαι. Εγώ θα σου δώσω ένα καλάθι και συ θα πας να βρεις τα πιο ωραία όνειρα να βάλεις μέσα. Μετά ένα ένα θα τα βγάζεις και θα τα κάνεις ότι θες! Εγώ δεν μπορώ να σου πω τίποτα άλλο. Και που θα τα βρω και πως θα τα ανα-γνωρίσω ρώτησε το κορίτσι; Α ! αυτό κορίτσι μου δεν μπορώ να σου το πω. Γιατί πρώτα πρώτα για τον κάθε άνθρωπο τα όνειρα παρουσιάζονται διαφορετικά και ο καθένας απ' ότι ξέρω κάνει πολύ μακρύ δρόμο στη ζωή του για να τα δει. Και πρόσεξε υπάρχουν όνειρα και όνειρα. Όνειρα ελκυστικά με ωραίο περιτύλιγμα! Μακριά όμως απ' αυτά ! Αυτά είπε η κυρά - Βαγγελιώ και έτρεξε να της φτιάξει το πιο όμορφο καλαμωτό καλάθι με ένα χαριτωμένο και λεπτοκαμωμένο χεράκι και ένα ευρύχωρο πάτο στρωμένο με απαλά ξερόχορτα σαν τις φωλιές των πουλιών ώστε η κόρη να βάλει μέσα τα πιο ωραία όνειρα ! Πήγε λοιπόν και βρήκε τα καλλίτερα καλάμια της περιοχής και άρχισε να το κατασκευάζει !
Ήρθε σούρουπο και ο ήλιος έγειρε νυσταγμένος πίσω από το μυτερό βουνό της Παναγίας στο πορφυρένιο του κρεβάτι. Φετούλες από τα πιο τρυφερά και ονειρο-φόρα καλάμια της λιμνούλας συνέχιζαν να πλέκονται και να σχηματίζουν το καλάθι τώρα κάτω από το φως του λυχναριού ! Για χέρι και πάτο πήγε και βρήκε λυγιά από το βουνό και την έπλεξε μ' ένα μοναδικό κοτσιδωτό τρόπο. Βρήκε και φωλίτσες και πουπουλάκια αηδονιών από τον κάμπο και ΩΠ έτοιμο το καλάθι !. Της πήρε μέρες τρεις να το πλέξει και την τρίτη έκατσε μέχρι αργά τη νύχτα για να το τελειώσει ! Το κρέμασε στο μεσιακό κοντάρι της σκηνής της και έμεινε ώρα πολύ μέχρι το πρωί να το θαυμάζει ! Το πανέμορφο αυτό καλάθι το παρέδωσε λοιπόν στην κόρη με μιαν ευχή:
«Το καλάθι με όμορφα όνειρα κόρη να γεμίσεις
Σου εύχομαι όλα να τα πραγματοποιήσεις
Παλικάρι όμορφο να συγκινήσεις (*συναντήσεις)
Και την καρδιά του να κατακτήσεις
Μαζί του γερά παιδιά ν΄ αποκτήσεις
Και στη ζωή ειρηνικά να κατοικήσεις (*ευτυχίσεις) » !
(*) Εδώ οι λεξούλες παλεύουνε μεταξύ τους
ποια θα δώσει καλλίτερο νόημα στο στίχο
και για να μην αδικήσω καμία της έβαλα και τις δύο..
Σαν πήρε τα λόγια αυτά η κόρη τα έκλεισε καλά μέσα στο μυαλό της και ετοιμάστηκε για ένα μεγάλο και μαγευτικό ταξίδι. Σκέφτηκε: «Όνειρο τι να είναι; λουλούδι ίσως» Ας ρωτήσω πρώτα ένα λουλούδι. Α ναι είχα δει πέρα στο ποτάμι ένα ωραίο νάρκισσο ! Είναι τώρα και η εποχή τους. Ωραίε μου νάρκισσε, λουλούδι των ποιητών γιε του Κηφισού της Βοιωτίας και της Λειριώτης της ωραίας νύφης πες μου σε παρακαλώ μήπως γνωρίζεις που βρίσκονται τα ωραία όνειρα; Καλή μου κόρη εγώ βρήκα ένα μέσα σε μια κρυστάλλινη πηγή. Ήταν σαν μια ωραία ιδέα - όνειρο που μόλις την είδα την ερωτεύτηκα ! Έμεινα μαζί της μέρες ολόκληρες και έτσι πέρασε η ζωή μου ! Η ιδέα -όνειρο ήταν να παραμείνω νέος κι όμορφος. Όσο περνούσαν όμως τα χρόνια όμως αυτό δεν γινόταν, η μορφή μου άλλαζε προς το χειρότερο. Προσπάθησα να τη διατηρήσω νέα. Και τι δεν έκανα. Χίλια δυο βότανα και χυμούς από τους καλλίτερους καρπούς από τους βιότοπους και τα ορεινά λιβάδια χρησιμοποίησα για να διατηρηθώ νέος και όμορφος. Μα του κάκου. Ξαφνικά μια μέρα βγαίνει από τη πηγή πάλι η ιδέα -όνειρο με τη μορφή μιας ωραίας νύφης και μου λέει. Νάρκισσε ό,τι και να κάνεις η μορφή σου θ' αλλάζει μα η ψυχή σου θα παραμένει ίδια: Αγνή όπως ενός λουλουδιού. Το πρόβλημα δεν είναι να μείνεις εσύ αθάνατος. Η αποστολή σου είναι να βρεις μια ωραία νύφη για γυναίκα και να κάνεις παιδιά όμορφα σαν και σένα και αυτά με τη σειρά τους να ομορφαίνουν το κόσμο και να εμπνέουν τους ποιητές. Τα λευκά τους πέταλα και τα γλαυκοπράσινα τους ταινιοειδή φύλλα καθώς και τα κοκκινωπά τους χείλη θα τα αγγίζουν μόνο άγριες μέλισσες που θα κάνουν το καλλίτερο μέλι που θα γλυκαίνει τον κόσμο. Αυτή την ευχή θα σου δώσω ώστε να βρεις τη κατάλληλη συμβία και η ομορφιά σας να περάσει στα παιδιά σας και οι άνθρωποι να σας έχουν ευγνωμοσύνη που θα τους ομορφαίνετε τη ζωή. Τα παιδάκια σου που η θεά Φύση θα φροντίσει να τα σπείρει στα βουνά και τα λιβάδια θα γεννιούνται κάθε Άνοιξη ! Αυτά είπε η ιδέα - όνειρο με τη μορφή της νύφης και χάθηκε μέσα στο κρυστάλλινο νερό. Ο Νάρκισσος τότε έγειρε και μαράθηκε ευχαριστημένος που θ' άφηνε πίσω του τόσο χρήσιμους και όμορφους απογόνους !
Να λοιπόν η κόρη απόκτησε και το πρώτο της όνειρο το ωραιότερο ίσως. Πιο ωραίο όνειρο - λουλούδι - ιδέα -δεν είχε ξαναδεί !
Αλλά σίγουρα, σκέφτηκε η κόρη, θα υπάρχουν και άλλα όνειρα πιο ωραία δεν μπορεί ας κοιτάξω και αλλού !
Μια μέρα την πήρε η μαμά της στην πόλη για ψώνια εν όψει των εορτών. Το μυαλό της ήταν πάντα στα όνειρα. Πως να κάνει και άλλα όνειρα και να τα ταιριάξει στο όμορφο καλάθι που της έφτιαξε η τσιγγάνα. Καθώς περνούσε μπροστά από τις βιτρίνες των μαγαζιών την εντυπωσίασαν αφάνταστα τα ωραία ρούχα, τα αστραφτερά κοσμήματα και οι σοκολατένιες κατασκευές στα ζαχαροπλαστεία. Αστραφτερά άγγιχτα αυτοκίνητα περίμεναν υπομονετικά με τη σειρά τους χοντρούς κυρίους να τα αγοράσουν και ικανούς νεαρούς να τους δείξουν πόσο γρήγορα τα πάνε! Διερωτήθηκε όμως. Προς τι όλα αυτά. Μήπως αυτά ήσαν τα όνειρα που θα έπρεπε να βάλει στο καλάθι της ; Και καλά πως αυτά θα άλλαζαν θέση έτσι αυτόματα; Ενώ το λουλούδι - ιδέα τσούπ είχε τόσο εύκολα και απλά κοπιάσει στο καλάθι της χωρίς καν να το παρακαλέσει ! Μήπως αυτά είχαν σχέση με κάποιο πολύ πλούσιο άνθρωπο πριγκιπόπουλο παραμυθιού ή κάποιο βασιλιά ή κάποιο άρχοντα που θα μπορούσε να την βοηθήσει; Αλλά πάλι γιατί να το κάνει; Και που ήταν αυτός; Και θα περίμενε αυτόν να της γεμίσει το καλάθι με όνειρα - επιθυμίες; Και ποια ήταν αυτή; Γιατί να έλθει σ' αυτήν; Χίλιες δυο σκέψεις άρχισαν να περνάνε από το μυαλό της αλλά δεν είπε τίποτα. Ήρθανε οι γιορτές. Λες μια τύχη - όνειρο σαν αυτή της Σταχτοπούτας - κάποιος Πρίγκιπας να βρεθεί μέσα στο καλάθι της ; Αλλά και αυτή δεν θα έπρεπε - σύμφωνα με το παραμύθι - να μείνει με σταυρωμένα χέρια. Θα έπρεπε να βάλει κάτω το μυαλό της και να σκεφτεί. Η τύχη - όνειρο η ωραία ζωή ίσως είναι άπιαστα και δεν είναι για όλους. Θα πρέπει να χτίσει όνειρα - επιθυμίες - αρετές και να δοκιμάσει με εξυπνάδα και σκληρή δουλειά να τα κάνει μια μέρα πραγματικότητα. Και δεν μπορεί κάτι θα γίνει ! Άλλωστε όπως της έχει πει και η μαμά της η αρετή ανταμείβεται ! Αυτά σκέφθηκε η κόρη και τσουπ βλέπει στο όμορφο καλαθάκι να φωλιάζουν πανέμορφες και πολύχρωμες πεταλούδες και εργατικές μέλισσες ! Ναι σαν όνειρα - σύμβολα ομορφιάς, εξυπνάδας και εργατικότητας ! Α ! Πόσο ταιριαστά είναι τα λουλούδια, οι πεταλούδες και οι μέλισσες ! Πόσο ευτυχισμένη ένιωθε που επιτέλους έβλεπε το καλαθάκι της να γεμίζει με τόσο ζωντανά ολοζώντανα όνειρα !
............
Από τότε πέρασαν πολλές μέρες μαζί και πολλοί χειμώνες και ανοίξεις και καλοκαίρια και τα πράγματα άλλαζαν συνεχώς γύρω της και χτίζονταν ωραία σπίτια γύρω από τη λίμνη και χωριάτικες μάντρες ώσπου μια μέρα ο ωραίος κήπος του μπαρμπάγγελου με την αδελφούλα του τη ξεχειλιστή λιμνούλα άλλαξε μορφή! Να. έγινε όπως τον βλέπουμε σήμερα ! Αλλά όπως είπαμε το βατραχάκι έμεινε εκεί. φύλακας ! Πάντοτε ευχαριστημένο από τη ζωή του και τους φίλους του ! Αλλά και γλυκο-λάλλητο ! Μιαν άνοιξη μάλιστα πήρε το θάρρος να πει και ένα τραγουδάκι στη κόρη που πλησίασε τη λιμνούλα να παίξει.
ΤΟ ΒΑΤΡΑΧΑΚΙ
Χιπ χοπ χιπ χοπ μέσα κι έξω απ' το νερό
Βολτάρω όπου θέλω γω
Δεν με πειράζει κανένα ερπετό
Μπεκεκέξ κουόξ κουόξ το κεφάλι έξω απ' το νερό
Ξυπνώ προυνό προυνό πρώτα τη καλή μου τη Λιολιό
Και μετά όλο το χωριό !
Παράπονο δεν έχω απ' της λιμνούλας τα νερά
Το καλοκαίρι είναι δροσερά
Και το χειμώνα μου κρατάνε μια ζεστή γωνιά
Πράσινα νουφαράκια μου κάνουν συντροφιά
Λυγερόκορμα καλαμάκια υφαίνουν γύρω ομορφιά
Και μια ροδιά μου χαρίζει σκουλαρικάκια οδοντωτά
Αγαπώ πολύ τη φύση τη μαμά
Γιατί μ' έχει σα τον βασιλιά
Με ταΐζει μ' έντομα λαχταριστά
Αλλά και σκουληκάκια τρυφερά
Αχ τι καλά που τα περνώ
Παρέα μου κάνει κάπου κάπου κι η Λιολιό
Μες τον καλαμώνα τον άλλοτε πυκνό
Φτιάχνει με ζήλο σπίτι φυσικό
Στην ομορφιά να κάνει ένα δώρο συμβολικό
Και τώρα στις γιορτές μια ευχή να δώσει
«Οι άνθρωποι να τη φυλάνε σαν το δικό τους σπιτικό»
Η ΠΕΤΑΛΛΟΥΔΙΤΣΑ
Μια πεταλουδίτσα τρυφερή
Με φτεράκια μαύρα με βούλες μουσταρδή
Σαν ακούει την ευχή
Βγάζει μια χαρούμενη κραυγή
Και αρχίζει να χορεύει τρελή από χαρά πάνω από τη Γη
Επί τέλους! Μπράβο καλό μου παιδί
Σκέφτηκες εσύ να κάνεις πράξη συμβολική
Δώρο στην ομορφιά για να «προφυλαχθεί»
Από την α-νοησία των ανθρώπων την καταστροφική
Και Σύ βατραχάκι μου καλά Ούγεννα
Και ζεστορόδροσος και χορταστικός ο καινούργιος χρόνος !
Το Μελίσσι
Μια Βασίλισσα γενάρχης του Μελισσιού παλιά
Κατοικία είχε φτιάξει στ' άγρια βάτα γύρω από τη Ροδιά
Είχε όλα τα καλά γύρη από τα πορτοκαλ-άνθη ζηλευτή
Και μπόλικες εργάτριες γύρω από τη λιμνούλα τη μικρή
Να της κουβαλάνε νέκταρ απ' τ' άνθη του Μελισσιού
Που είχανε φυτρώσει από τον καιρό του παρα-μυθιού
Το Μελίσσι ήταν πολύ ευτυχισμένο
Γιατί πρώτα - πρώτα ζούσε σ' ένα κήπο παραδεισένιο
Που είχε δένδρα ζωντανά ανάμεσά τους και μια αχλαδιά
Αχ αυτά της τα κρυστάλλια, πιο γλυκά ήταν και από τα πορτοκάλια !
Μια συκιά ζηλιάρα πάρα κει μέλι τάιζε τα σύκα της κι' αυτή !
Να είναι πάντα γλυκά και να τρελαίνουν τη γιαγιά
Πιο πάνω μια δαμασκηνιά σκαρφαλωμένη στη βραγιά
(κάτω από την αφράτη την ροδιά)
Δαμάσκηνα έθρεφε κρυφά μα τόσο ! ζουμερά
Και σαν ρχότανε το Πάσχα βγαίνανε τα μούσμουλα κίτρινα χρυσά
Στάζανε μέλι και αυτά και ήτανε τόσο ζηλευτά !
Τον ήλιο ευχαριστούσε η μουσμουλιά που τη πότιζε με φως
Και του χρόνιου «έχει και μανταρίνια...ο θεός» !
Γύρη και νέκταρ ! Άνθη άνθη άνθη εργασία και χαρά !
Ζούσε το άγριο Μελίσσι και ήταν φίλος με τη φύση !
Φιλαράκια είχε την ημέρα τα αηδόνια και τη νύχτα τα τριζόνια
Να του γλυκολαλούν και τη επίπονη ζωή του να διαλ-λαλούν
Περνούσανε τα χρόνια, περνούσανε και οι ανθρώποι
Που αγαπούσαν το Μελίσσι σαν το δικό τους σπίτι
Η Άγγελος και η Χαρίκλεια
Ο Χρίστος και η Αναστασία
Ο Σπύρος και η Βάσω
Ο Χρίστος και η Γεωργία
Ο Γιώργος και η Καλλιόπη
Ο Θειοφάνης και η Ελένη
Η Ντίνα και ο Βαγγέλης
Και το μέλι ήτανε τόσο γλυκό που κανένας από το χωριό δεν ήθελε να το ξοδέψει! Και το μέλι έτρεχε από το άγριο Μελίσσι και έπαιρνε τη κατηφοριά και έφτανε κάτω στα βράχια κάτω από την εκκλησιά για να το βλέπει η κάθε νέα γενιά να μην τα' αγγίζει και να θυμάται και να γλυκαίνει τη μνήμη με τα παλιά ...
Αυτά είπε το ρολογάκι και έπεσε να κοιμηθεί (μαραθεί - βλέπε φωτογραφία) ευτυχισμένο από την αγάπη που του έδειξε το κοριτσάκι...
Χρήστος Ρουμελιώτης Δευτέρα,
20 Δεκεμβρίου 2004 10:28:15 πμ - Αθήνα
Οι όμορφοι πίνακες είναι από τα όνειρα του Α.Φασιανού! Το δε λουλουδάκι είναι το αθάνατο ρολογάκι ! Τα ονοματάκια είναι συμβολικά !
Καλό ταξίδι καλή μου Στο γοητευτικό κόσμο Των παραμυθιών ! Καλή διασκέδαση Μες στα μαγικά βιβλία και τα μήλα,
Στα στοιχειωμένα δάση Και τα μυστικά δωμάτια ! Καλή παρέα με Τις πριγκιποπούλες, Τις μητριές και τις νεράιδες, Τους δράκους και τους γίγαντες Τις μάγισσες και τα βασιλόπουλα! Τους παρακάλεσα κάθε γιορτή Να έρχονται να σου κάνουνε παρέα Για να περνάς καλύτερα Και να ζεις για λίγο Τον κόσμο των ονείρων σου Και να ξεχνάς γρήγορα ό,τι και όποιον
Σε στενοχωράει ! Χαρισμένο Σε σένα Από Το Χρίστο ΤΕΛΟΣ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου