Αρχική

Τετάρτη 18 Σεπτεμβρίου 2024

Loudovikos Anogeion


 ΜΟΙΡΟΛΟΙ
Ο άνεμος εσήκωσε
κύματα και αλμύρα
είναι σκληρή η μοίρα
δεν δίδει μερτικό.

Μικρή ζωή μακρύς καημός
σε θάλασσα που καίει
μια μάνα που σε κλαίει
σε άδειο σπιτικό.

Τη μέρα που η άνοιξη
θα άλλαζε το κόσμο
με γιασεμιά και δυόσμο
και θ’ άνοιγε πανιά
άλλαξες γνώμη κι έφυγες
'κείνο το μαύρο βράδυ
κι έμεινε το σκοτάδι
κι αυτή η ερημιά.


Δεν έφτασε η αγάπη μου
φως μου για να σε σώσω
το γάλα μου θα δώσω
και κάνω μιαν ευχή
να σε ξαναγεννήσω φως μου.

Πώς έφαε το σίδερο
την τρυφερή σου νιότη
στης άνοιξης την πρώτη
κι έμεινα μοναχή.

 
ΤΟ ΧΡΩΜΑ ΤΗΣ ΑΓΑΠΗΣ

Θέλω λουλούδια πλαστικά
Στο μνήμα μου να βάλεις 
που να μην θέλουν πότισμα 
Έτσι όταν αποθάνω
Σε κόπο μη σε βάνω

ΟΜΟΡΦΙΑ

Η ομορφιά ανήκει
Σε αυτόν που τη βλέπει
Η ποίηση ανήκει
Σε αυτόν που τη διαβάζει
Η ομορφιά δεν είναι εικόνα
Ίσως μπορούσε να σωθεί
Η ομορφιά είναι στους
καθρέπτες των ματιών σου
Η ομορφιά είναι άυλη 

ΔΑΚΡΥ

Ήθελα δάκρυ σου να 'μουνα
Στο όμορφο σου πρόσωπο
Περίπατο, περίπατο να πηγαίνω
Να τρέχω και να μη φθάνω 
(η τελευταία σειρά δικιά μου)

ΣΚΟΝΗ

Η ιστορία της σκόνης:
Ταξιδεύει πάει παντού 
Όταν όμως το σύννεφο 
Αποφασίσει να βρέξει 
Κατεβαίνει και κάθεται παντού 
Γιατί με διώχνετε;
Είμαι η πρώτη καλεσμένη 
στη γιορτή του ανέμου

ΛΕΞΕΙΣ

Η κάθε λέξη είναι ποίηση
Όταν μπαίνουν στη σειρά
Και γλυκό μιλούν αυτό 
είναι ποίηση.

ΠΑΡΑΔΟΣΗ

Η παράδοση είναι επιλεκτική 
Ο,τι είναι σάπιο χαλασμένο 
Το πετάει στο δρόμο.
Πολύ λίγα κρατάει από το καθένα
μας και αν αυτό συμβεί πάρει να 
είμαστε περήφανοι.

ΟΣΤΟΡΙΑ ΒΛΕΜΜΑ

Η ιστορία μας κατοικεί 
μέσα στις ορθογραφημένες 
λέξεις. Το βλέμμα θέλει 2μι
Τι είναι το βλέμμα; 
Μια κίνηση.
Αυτός που συνέθεσε τη λέξη 
βλέμμα είπε (στη λέξη) δείξε μου
τι είναι αυτό το περιεχόμενο 
που έχεις. Αυτή έκανε μια 
κίνηση και ο συνθέτης δεν 
πρόλαβε να δει τι συμπεριλάμβανε 
ως βλέμμα. 
Τότε της βάζει ένα ακόμη μι 
τη βαραίνει και η λέξη 
γίνεται πιο αργή διότι το λάθος 
κινδυνεύει μόνο από το 2ο βλέμμα!

ΠΈΤΡΑ ΑΝΟΡΓΑΝΗ ΥΛΗ

Πάνω σε μια πέτρα σκληρή 
Μπορείς να γράψεις 
ένα λεπτό αίσθημα
Υπάρχει διάλογος 
μεταξύ πέτρας και τεχνίτη 
90 φάμπρικες (ελαιοτριβεία) 
270 τροχούς ελαιουργείων 
Ένα χωριό ολόκληρο ενας
Δούλεψε τη πέτρα 97 χρόνια 

ΤΕΧΝΗ

Μπορείς να κάνεις 
τη πέτρα να υπακούσει
στα πιο λεπτά αισθήματα σου 
Διάλεξε αυτά που εσένα 
αρέσουν και καντά τέχνη 
Μαγειρική ζωγραφική ποίηση 

Η επανάληψη των πραγμάτων 
τα φθείρει τη τέχνη.

Άσχετο με τον Λουδοβίκο:
"Ισότητα και κατανόηση,
Δύο λέξεις κλειδιά στις
Κοινωνικές σχέσεις".

ΑΝΟΙΞΑ ΜΑΝΤΑΡΙΝΙ

Άνοιξα μανταρίνι και σε θυμήθηκα
Πολλές φορές σε ξέχασα μα δε σ’ αρνήθηκα

Ένας ξενύχτης άνεμος πέρασε την αυγή
μαζί με τ’ άρωμά σου και σκόνισε τη γη

Τα καλντερίμια γέμισε με άσπρα γιασεμιά
και σαν το τζάμι εράγισε του δρόμου η ερημιά

Άνοιξη στο χειμώνα λύπη μες στη χαρά
μ’ ένα χαμόγελό σου άνοιγα τα φτερά

ΧΩΡΙΣ ΑΠΟΣΚΕΥΈΣ 

Χωρίς αποσκευές γυρίζω
απ’ το ταξίδι της ζωής,
με την καρδιά γεμάτη δρόμους,
ακούραστος προσκυνητής.

Είδα σοφούς να απορούνε
κι απλούς ανθρώπους να απαντούν
για το χορτάρι που ανεβαίνει
ακόμα κι όταν το πατούν.

Το πιο κουραστικό ταξίδι
το `κανα μέσα μου βαθιά,
βρήκα δε βρήκα εγώ το ξέρω
πετώντας πάνω απ’ τη φωτιά.

Κάποτε πήγα να λυγίσω
κι είδα τον Αλεξανδρινό
να δείχνει με το χέρι την Ιθάκη,
ατέλειωτο προορισμό.

Χωρίς αποσκευές γυρίζω
απ’ το ταξίδι μιας ζωής,
χωρίς αποσκευές θα φύγω
στο τέλος τούτης της γιορτής.

ΚΟΥΡΑΣΜΈΝΗ ΝΕΡΆΙΔΑ 

Κουρασμένη νεράιδα
στης λίμνης το βράχο κοιμάται

Χάραξε η μέρα βγήκε ο ήλιος
μα μην την ξυπνάτε

Χτες το βράδυ είχανε γάμο
στεφανώματα πάνω στην άμμο

Το λευκό της μαντήλι
το χάρισε πάει
σ’ έναν νέο
στο χρώμα του Μάη

Κι αν αυτός δε γυρίσει
το μαντήλι ν’ αφήσει
η νεράιδα των βράχων
μονάχη θα σβήσει

Τα λευκά της τα πέπλα
βρεγμένα
στης αυγής τον αέρα
δοσμένα

ΠΟΛΛΈΣ ΦΟΡΈΣ ΣΕ ΕΊΔΑ 

Το ξέρω πως υπάρχεις
και ψάχνω να σε βρω,
μα η ζωή που ζούμε
είναι μικρή θαρρώ.

Πολλές φορές σε είδα
να ’ρχεσαι από μακριά
και πρόσωπο ν’ αλλάζεις
σαν έφτανες κοντά.

Πολλές φορές σε είδα
να ’ρχεσαι από μακριά
και πρόσωπο ν’ αλλάζω
σαν έφτανες κοντά.

Ξοδιάζω τη ζωή μου
μες στους συμβιβασμούς,
μα απ’ την καλή μου αγάπη
δε δίνω κανενός.

Το ξέρω πως υπάρχεις
κι ίσως να μη σε βρω
μα πάντα θα σε ψάχνω
και θα σου τραγουδώ

ΤΟ ΔΑΚΡΥ ΤΗΣ ΧΑΡΑΣ

Δεν έχω τι να πω
το ξέρω σ’ αγαπώ
μα φεύγω πριν χαθείς
για να με ξαναβρείς.

Το δάκρυ της χαράς
έρχεται σαν γυρνάς
σαν σύννεφο βροχής
στη διψασμένη γη.

Ποιος θα το φανταστεί
πως η αγάπη αυτή
αγγίζει την καρδιά
μονάχα από μακριά.

ΑΣΠΡΟ ΜΟΥ ΚΡΙΝΟ

Σαν άσπρο κρίνο
σε ουράνιο χέρι
ήρθες στον ύπνο
παλιό μου ταίρι

Γυναίκες αρχαίες
κεντούν στο βελόνι
δέντρα, κοράλλια
ντυμένα στο χιόνι

Τώρα που λείπεις
θα σου τω πω
δε φεύγει μέρα
να μη σε σκεφτώ

Θα μαι κρυμμένος
στο άσπρο γοβάκι
να σε πληγώνω
σαν χαλικάκι

Σαν άσπρο κρίνο
σε ουράνιο χέρι
ήρθες στον ύπνο
παλιό μου ταίρι
 
***

ΤΟ ΞΕΡΩ ΠΩΣ ΥΠΆΡΧΕΙΣ 
 
Το ξέρω πως υπάρχεις
και ψάχνω να σε βρω,
μα η ζωή που ζούμε
είναι μικρή θαρρώ.

Πολλές φορές σε είδα
να ’ρχεσαι από μακριά
και πρόσωπο ν’ αλλάζεις
σαν έφτανες κοντά.

Πολλές φορές σε είδα
να ’ρχεσαι από μακριά
και πρόσωπο ν’ αλλάζω
σαν έφτανες κοντά.

Ξοδιάζω τη ζωή μου
μες στους συμβιβασμούς,
μα απ’ την καλή μου αγάπη
δε δίνω κανενός.

Το ξέρω πως υπάρχεις
κι ίσως να μη σε βρω
μα πάντα θα σε ψάχνω
και θα σου τραγουδώ. 
 
***
 
Ο άνεμος εσήκωσε
κύματα και αλμύρα
είναι σκληρή η μοίρα
δεν δίδει μερτικό.

Μικρή ζωή μακρύς καημός
σε θάλασσα που καίει
μια μάνα που σε κλαίει
σε άδειο σπιτικό.

Τη μέρα που η άνοιξη
θα άλλαζε το κόσμο
με γιασεμιά και δυόσμο
και θ’ άνοιγε πανιά
άλλαξες γνώμη κι έφυγες
'κείνο το μαύρο βράδυ
κι έμεινε το σκοτάδι
κι αυτή η ερημιά.

Δεν έφτασε η αγάπη μου
φως μου για να σε σώσω
το γάλα μου θα δώσω
και κάνω μιαν ευχή
να σε ξαναγεννήσω φως μου.

Πώς έφαε το σίδερο
την τρυφερή σου νιότη
στης άνοιξης την πρώτη
κι έμεινα μοναχή. 

***

ΜΗΝ ΤΗΝ ΚΡΎΒΕΙΣ ΤΗΝ ΑΓΑΠΗ

Στίχοι: Λουδοβίκος των Ανωγείων
Μουσική: Λουδοβίκος των Ανωγείων
1η ερμηνεία: Μαριώ 

Το μισάνοιχτό σου βλέμμα
ούτ’ αλήθεια, ούτε ψέμα
Τα μισάνοιχτα σου χείλη
κερασάκι με σταφύλι

Μη τη κρύβεις την αγάπη
σε μισάνοιχτο ντουλάπι
Μη τη κρύβεις την αγάπη
σε μισάνοιχτο ντουλάπι

Μισοάδειο το πακέτο
να με φτάσει δε το βλέπω
Μισοάδειο το μπουκάλι
τα ξενύχτια μου χαλάλι

Μη τη κρύβεις την αγάπη
σε μισάνοιχτο ντουλάπι
Μη τη κρύβεις την αγάπη
σε μισάνοιχτο ντουλάπι
Μη τη κρύβεις την αγάπη

Γεραταριανό κεράσι
η καρδιά μου πάει να σπάσει
η καρδιά μου πάει να σπάσει

Γεραταριανό κεράσι
το μυαλό μου κάνει στάση
το μυαλό μου κάνει στάση
το μυαλό μου κάνει στάση ...

***

Η ΕΞΟΜΟΛΌΓΗΣΗ

Στίχοι: Λουδοβίκος των Ανωγείων
Μουσική: Λουδοβίκος των Ανωγείων
1η ερμηνεία:

Όσες φορές προσπάθησα να σου μιλήσω
δεν ήξερα πώς να το πω.
Γιατί μια αγάπη με κρατάει πίσω
σ’ εκείνον τον παλιό μου εαυτό.

Το ξέρεις πως δεν έχω φύγει
ποτέ απ’ αυτήν τη φυλακή.
Κι αν έχω απολυτήριο στο χέρι
ο νους με πάει πάντα εκεί.

Τα μάτια μου με φέρνουνε σ’ εσένα
μα η καρδιά με πάει στα περασμένα.
Δεν ξέρω τι `ναι εμπρός και τι `ναι πίσω
ποια αγάπη απ’ τις δυο πρέπει ν’ αφήσω;

Τα μάτια μου με φέρνουνε σ’ εσένα
μα η καρδιά με πάει στα περασμένα.

***

ΕΓΩ ΔΕΝ ΕΖΗΣΑ ΠΟΤΕ ΜΕ ΑΥΤΑΠΑΤΕΣ

ΜΑΡΙΩ

ΔΕΝ ΞΑΝΑΠΉΓΑ ΠΙΣΩ ΣΕ ΠΑΛΙΈΣ ΑΓΆΠΕΣ

***
Μπιτ - Παζάρ
Στίχοι: Λουδοβίκος των Ανωγείων
Μουσική: Λουδοβίκος των Ανωγείων
1η ερμηνεία:

Στο Μπιτ Παζάρ στην αγορά
μαζεύουν μνήμες και παλιά και τα πουλάνε
Πίνουν καφέ τα πρωινά
στο καφενείο του Μηνά και δε μιλάνε

Μα σαν αρχίσουν τη ρακή
ο χρόνος δεν περνά από κει

Εκεί `ναι μια μικρή θεά
που ξέρει ένα παλιό ντουά και σε μαγεύει
Όπου κι αν κρύψεις την καρδιά
εκείνη βρίσκει τα κλειδιά και σου την κλέβει

Κι ο σιδεράς άμα τη δει
το δάχτυλο με το σφυρί χτυπάει
άντρας από παλιά κοπή
έχει τον έρωντα ντροπή και δε μιλάει

Μα σαν αρχίσουν τη ρακή
ο χρόνος δεν περνά από κει
Μα σαν αρχίσουν τη ρακή
όλο το σύμπαν είναι κει

***

«ΤΟ ΠΙΚΡΑΜΎΓΔΑΛΟ ΤΟΥ ΜΑΡΤΗ»

Ο άνεμος εσήκωσε
Κύματα και αλμύρα
Είναι σκληρή η μοίρα
Δεν δίδει μερτικό

Σκληρή ζωή μικρής
καημός
Σε θάλασσα που καίει
Μια μάνα που σε κλαίει
Σε άδειο σπιτικό

Τη μέρα που
Η Άνοιξη
Θα άλλαζε το κόσμο
Με γιασεμιά και δυόσμο
Και θ’ άνοιγε πανιά
Άλλαξες γνώμη
Κι έφυγες
Κείνο το μαύρο βράδι
Κι έμεινε το σκοτάδι
Κι αυτή
Η ερημιά

Δεν έφτασε
Η αγάπη μου
Φως μου
Για να σε σώσω
Το γάλα μου
Θα δώσω
Και κάνω
Μιαν ευχή
Να σε ξαναγεννήσω
Φως μου

Πώς έφαε
Το σίδερο
Την τρυφερή σου νιότη
Στης Άνοιξης
Την πρώτη
Κι έμεινα μοναχή

Μουσική, στίχοι, 
ερμηνεία: Λουδοβίκος των Ανωγείων

***

ΜΠΙΤ ΜΠΑΖΑΡ

Στο Μπιτ Παζάρ στην αγορά
Μαζεύουν μνήμες και παλιά
και τα πουλάνε.
Πίνουν καφέ τα πρωινά
Στο καφενείο του Μηνά
και δεν μιλάνε.
Πίνουν καφέ τα πρωινά
Οι παλιατζήδες του Μηνά
και δεν μιλάνε.
Μα σαν αρχίσουν τη ρακή
Ο χρόνος δεν περνά από κει.
Εκεί ναι μια μικρή θεά
Που ξέρει ένα παλιό ντουά*
και σε μαγεύει
Όπου κι αν κρύψεις την καρδιά
Εκείνη βρίσκει τα κλειδιά
και σου την κλέβει
Μα σαν αρχίσουν τη ρακή
Ο χρόνος δεν περνά από κει.
Κι ο σιδεράς άμα την ιδεί
το δάχτυλο με το σφυρί χτυπάει
Άντρας από παλιά κοπή
έχει τον έρωντα ντροπή
και δε μιλάει
Μα σαν αρχίσουν τη ρακή
Ο χρόνος δεν περνά από κει
Μα σαν αρχίσουν τη ρακή
Όλο το σύμπαν είναι κει.

ΗΡΘΕΣ ΠΟΥ ΣΕ ΠΕΡΙΜΕΝΑ

Ήρθες που σε περίμενα
Στίχοι: Παραδοσιακό
Μουσική: Λουδοβίκος των Ανωγείων
1η ερμηνεία:

Ήρθες που σε περίμενα
μα δε γιορτάζω, κλαίω
Στα δυο μου χέρια σε κρατώ
και μοιρολόγια λέω
Στα δυο μου χέρια σε κρατώ
και μοιρολόγια λέω
Ήρθες που σε περίμενα
μα δε γιορτάζω, κλαίω

Πέτρινο το λιβάνι μου
ψευτικό το κερί μου
γι’ αυτό και δεν επιάστηκε
η παρακάλεσή μου
γι’ αυτό και δεν επιάστηκε
η παρακάλεσή μου

Πέτρινο το λιβάνι μου
ψεύτικο το κερί μου ...

ΜΠΑΓΙΑΝΤΕΡΑΣ

Πάντα με γλυκό χασίσι
πώς μ’ αρέσει να μεθώ 
και με έμορφες τσαχπίνες 
τη ζωή μου πάντα να περνώ.

Απ’ τα χείλη τους να παίρνω 
μάγκικα γλυκά φιλιά 
και το χάραμα να στρίβω 
για ρεμπέτικη φωλιά.

Κι αν μου λάχει να μεθύσω 
στη ρεμπέτικη φωλιά, 
μάγκικα θα ξεψυχήσω 
μ’ όμορφη γλυκιά πενιά.
Ώπα!

Πάντα με γλυκό χασίσι 
πώς μ’ αρέσει να μεθώ 
και με έμορφες τσαχπίνες 
τη ζωή μου πάντα να περνώ.
Ώπα!

Απ’ τα χείλη τους να παίρνω 
μάγκικα γλυκά φιλιά 
και το χάραμα να στρίβω 
για ρεμπέτικη φωλιά.
Γειά σου Μπαγιαντέρα!

ΡΟΎΚΟΥΝΑΣ 

Κάτω στα λε, κατώ στα λε
Κάτω στα λε λεμονάδικα
Κάτω στα λε, λεμονάδικα
Έγινε φασαρία

Δυο λαχανάδες πιάσανε
Που κάναν την κυρία
Τα σίδερα, τα σίδερα
Τα σίδερα τους φόρεσαν

Τα σίδερα τους φόρεσαν
Και στην στενή τους πάνε
Και αν δεν βρεθούν τα λάχανα
Το ξύλο που θα φάνε

Κύρα αστυνό, κυρά αστυνό
Κυρά αστυνόμε μην βαράς
Κυρά αστυνόμε μην βαράς
Αφού καλά το ξέρεις

Πως η δουλειά μας είναι αυτή
Και ρέφα μη γυρεύεις!

ΘΕΕ ΜΟΥ ΜΕΓΑΛΟΔΥΝΑΜΕ

Θεέ μου μεγαλοδύναμε
που `σαι ψηλά εκεί απάνω
ρίξε λιγάκι τουμπεκί,
Θεούλη μου
στον αργιλέ μου απάνω

Ανάμεσα στης εκκλησιάς
τις αψηλές καμάρες
ανάβαμε τις λουλαδιές,
Θεούλη μου
σα να `τανε λαμπάδες

Μπρος στον Άγιο Σπυρίδωνα
με τ’ άσπρα του τα γένια
τραβάω μία ντουμανιά,
Θεούλη μου
ξεραίνεται στα γέλια

Κι όταν ανάψει ο αργιλές
κι έρθουμε σε ντουμάνι
βάλε όλους τους αγγέλους σου,
Θεούλη μου
να πουν το νάνι νάνι

Θεέ μου μεγαλοδύναμε
που `σαι ψηλά εκεί απάνω
ρίξε λιγάκι τουμπεκί,
Θεούλη μου
στον αργιλέ μου απάνω

Ανάμεσα στης εκκλησιάς
τις αψηλές καμάρες
ανάβαμε τις λουλαδιές,
Θεούλη μου
σα να `τανε λαμπάδες

Μπρος στον Άγιο Σπυρίδωνα
με τ’ άσπρα του τα γένια
τραβάω μία ντουμανιά,
Θεούλη μου
ξεραίνεται στα γέλια

Κι όταν ανάψει ο αργιλές
κι έρθουμε σε ντουμάνι
βάλε όλους τους αγγέλους σου,
Θεούλη μου
να πουν το νάνι νάνι

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου